Κυριακή 27 Μαρτίου 2011

ΣΤΟΥΣ ΝΕΡΟΜΥΛΟΥΣ ΣΤΙΣ ΒΡΥΣΕΣ









Η περιοχή γύρω από το χωριό Βρύσες,του Πάνω Μεραμπέλλου,
είναι γνωστή κυρίως για τις ιστορικές μονές της Κουφής Πέτρας
αλλά και των Κρεμαστών,και βρίσκεται στην Ανατολική πλευρά
του όρους Καβαλαρά,πάνω από την Νεάπολη. Αυτό που δεν γνω-
ρίζουμε όμως είναι ότι στην ρεματιά κάτω ακριβώς από την μονή
Κρεμαστών, μέσα στην πυκνή βλάστηση από τα πολλά νερά που
τρέχουν στην περιοχή βρίσκονται κρυμένοι οκτώ (8) παλιοί νερό-
μυλλοι, και ο ορειβατική Ομάδα της περιηγητικής Λέσχης Αγίου
Νικολάου καλεσμένοι του Πολιτιστικού και Φυσιολατρικού Συλ-
λόγου Βρυσών σχεδίασε να περπατήσει στο μονοπάτι που περνά
από όλους,να δει από κοντά αυτά τα ιστορικά μνημεία, που με
πολύ προσπάθεια και κόπο κατάφεραν να καθαρίσουν αλλά και να
συντηρήσουν τα δραστήρια μέλη του συλλόγου των Βρυσών.









































Το ραντεβού μας μπροστά στην Μονή Κρεμαστών,όπου 
συγκεντρωθήκαμε το πρωί της τελευταίας Κυριακής του 
Μαρτίου,από όπου βέβαια δεν έλειψαν και μερικοί 
αργοπορημένοι που ξέχασαν να ρυθμίσουν στα ρολόγια 
τους την θερινή ώρα το προηγούμενο βράδυ.Από 
την εκκλησία της μονής ακουγόταν ακόμα η θεία λειτουργία 
που τέλειωνε εκείνη την στιγμή ,όταν όλοι μαζί  πλέον
ξεκινήσαμε για μια ακόμα περιπέτεια στην όμορφη φύση 
τηςπεριοχής μας.Περπατήσαμε για λίγο στον δρόμο και 
μετά από την δεξιά μερία μέσα από τις πεζούλες με τα 
ελαιόδενδρα κατηφορίσαμε πρός την ρεματιά.






































Μετά από ένα δεκάλεπτο περίπου και αφού ακολουθήσαμε
το μονοπάτι με την καθοδήγηση  από τα μέλη του συλλόγου
των Βρυσών περνώντας από εντυπωσικά τοπία μέσα στην
οργιώδη βλάστηση της περιοχής που θύμιζαν λίγο από τρο-
πική ζούγκλα,δίπλα σε τρεχούμενα νερά που δημιουργούν
όμορφους μικρούς καταρράκτες,φτάνουμε στην περιοχή
όπου συναντάμε τους παλιούς νερόμυλλους.Ο καθένας
ξεχωριστά έχει καθαριστεί και κυριολεκτικά έχει βγεί στο
φως καθώς ήταν καλυμμένος κάτω από τους κισσούς και
τα πολλά άλλα αναρριχητικά φυτά, και είναι πραγματικά
εντυπωσιακή η δουλειά από τα μέλη του Πολιτιστικού και
φυσιολατρικού συλλόγου των Βρυσών που πάλεψαν με την 
πυκνή βλάστηση και κατάφεραν να τους κάνουν προσβάσιμους.
Διακρίνουμε καθαρά σε όλους την δεξαμενή του νερού το αυλάκι
που έριχνε το  νερό από ψηλά με ορμή,μέσα  από εντυπωσιακή
ψηλή πέτρινη κατασκευή σαν πύργο και σε μερικούς στο χαμηλό-
τερο επίπεδο τον οριζόντια ξύλινη  φτερωτή που πάνω από την
μυλόπετρα που κατάφερνε και την έκανε να γυρίζει με την ορμή
του νερού.Στο σημείο αυτό δίπλα στον πιο καλοδιατηρημένο
νερόμυλο ο Νίκος Κοφινάκης μας έδωσε ενδιαφέροντα στοιχεία
για τους νερόμυλους και μας περιέγραψε την λειτουργία τους.







































ΝΕΡΟΜΥΛΟΣ

Ο νερόµυλος είναι  µια από τις αρχαιότερες  µηχανές που χρησιµο-
ποίησε ο άνθρωπος πριν χιλιάδες χρόνια. Από την Νεολιθική εποχή
( 7η χιλ. π.Χ.) υπάρχουν ευρήµατα  µυλόλιθων και τριπτήρων από
κρυσταλλικά πετρώµατα, µε τα οποία άλεθαν οι άνθρωποι σιτάρι.
Η παλαιότερη γραπτή  µαρτυρία που έχουµε για την ύπαρξη νερό-
µυλου, είναι από τον Στράβωνα, ο οποίος περιγράφοντας τα ανά-
κτορα του βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη ΣΤ΄ του Ευπάτορα στα
Κάβειρα, αναφέρει «[...] εν δε τοις Καβείροις τα βασίλεια Μιθρι-
δάτου κατεσκευάσατο και ο υδραλέτης[...]».  Εκεί τον βρήκαν το
64  π.Χ.  οι Ρωµαίοι κατακτητές.
Στη συνέχεια, ο Βιτρούβιος, στο έργο του De architectura, µας δίνει
την πρώτη περιγραφή του το 25 µ.Χ. Λόγω της  µακρόχρονης χρήσης
του νερόµυλου  µέσα στους αιώνες, είναι φυσικό να έχουν πλαστεί
πολλές φανταστικές ιστορίες και θρύλοι για αυτόν. Ο λαός πίστευε
ότιστο µύλο κατοικούσαν διάβολοι, ξωτικά, καλικάντζαροι και κάθε
λογής δαιµονικά.







































Η κατασκευή των νερόµυλων ποικίλει ανάλογα  µε την τοπική
αρχιτεκτονική.Χτιζόταν πάντα στις άκρες των ποταµών και σε
σηµείο που να προστατεύεται από τις πληµµύρες. Η λειτουργία
ενός νερόµυλου είναι σχετικά απλή και βασίζεται σε  µια σειρά
µεταδιδόµενων κινήσεων. Η υδατόπτωση έδινε στους νερό-
μυλους την απαραίτητη δυναμική ενέργεια για την περιστροφή 
της φτερωτής. Το μικρό πετρόχτηστο, κεραμοσκέπαστο κτίσμα 
του νερόμυλου, που είχε συνήθως 2 δωματιάκια, βρισκόταν στο 
χαμηλότερο σημείο μιας πλαγιάς και εκμεταλλευόταν το νερό 
από το κοντινότερο ρέμα. Το νερό συγκεντρωνόταν με την 
βοήθεια νεροαυλάκων σε μια ή δύο δεξαμενές, τις λεγόμενες 
στέρνες που ήταν χτιστές από πέτρες και βρίσκονταν σε υψό-
μετρο αρκετά πιο ψηλά από το μύλο. Από τις δεξαμενές το νερό 
κυλούσε μέσα σε αυλάκι ή υδραύλακο πάνω σε έναν χτιστό με 
πέτρες τοίχο το οποίο βρισκόταν κάθετα στον μύλο. Στο τέλος, 
ο τοίχος έφτανε σε ύψους 7-10 μέτρα, ανάλογα με την μορφή 
του εδάφους, πάνω από το μύλο και το νερό έπεφτε με ορμή 
σαν καταρράχτη από το επικλινές μέρος του τοίχου, την λεγό-
μενη χούνη ή και κρεμαστή και μέσα στο βαγένι.Στο κάτω μέρος 
βρισκόταν άνοιγμα περίπου 10 εκ., το σιφούνι. Εκτινάσσοντας 
από το σιφούνι με μεγάλη πίεση, το νερό κινούσε την φτερωτή, 
σίδερο στρογγυλό, η οποία μέσω κατακόρυφου άξονα (αδράχτι) 
και άλλων εξαρτημάτων περιέστριφε με την σειρά της την 
μυλόπετρα. Η μυλόπετρα τριβόταν πάνω σε μια άλλη σταθερή, 
στην οποία ο μυλωνάς έβαζε το σιτάρι και το κριθάρι. Τα
 "γεννήματα" έπεφταν από μια σκάφη με πορτάκι, το λεγόμενο 
βαρδάρι. Το νερό έβγαινε από το μύλο από ένα τοξωτό άνοιγμα 
στη βάση του, τη χούρχουλη και έπεφτε στο ρέμα. Η αλεστική 
ικανότητα των νερόμυλων μπορούσε να φτάσει τις 100 οκάδες 
την ώρα, ανάλογα με την ποσότητα του νερού και το ύψος της 
κρέμασης του βαγενιού.  . Ο εξοπλισµός του νερόµυλου βασί-
ζεται σε τρία µέρη,  το πρώτο αφορά την διοχέτευση του νερού
στο µύλο και αποτελείται από το µυλαύλακο, το βαράρι και το
σιφούνι, το δεύτερο είναι το κινητικό  µέρος του  µύλου που
αποτελείται από τη φτερωτή,  τον άξονα και τα εξαρτήµατά τους
και τέλος το αλεστικό  µέρος που περιλαµβάνει τις  µυλόπετρες,
τη σκαφίδα,την αλευροθήκη και άλλα βοηθητικά εξαρτήµατα.
Τέλος υπάρχουν κάποια συστήµατα στήριξης,  λοιπά εργαλεία
και εξαρτήµατα των οποίων οι ονοµασίες ποικίλουν ανά περιοχή.















































Οι νερόμυλοι λειτούργησαν από πολύ νωρίς στην Ελλάδα,
αναφέρονται δε σε πολλά χρυσόβουλα και αυτοκρατορικές γραφές. 
Η χρησιμοποίηση του νερόμυλου οδήγησε στο διαχωρισμό του 
επαγγέλματος του μυλωνά από το επάγγελμα του φούρναρη, 
γιατί ήταν ανάγκη ο μύλος να χτιστεί σε κάποια απόσταση από 
την πόλη και το φούρνο του για να έχει κινητήρια δύναμη, δηλαδή 
κοντά σε κάποιο ρέμα ή ποτάμια με πλούσια νερά. Οι κάτοικοι 
του βυζαντινού χωριού εκτός από τα ζώα και τα γεωργικά τους 
εργαλεία είχαν νερόμυλους και μύλους, στους οποίους χρησιμοποιούσαν ζώα για κινητήρια δύναμη. Κατά την 
τουρκοκρατία υπήρχε και ειδικός φόρος για τους νερόμυλους, 
που καταβάλλονταν σε είδος και σε χρήμα. Οι ελληνικοί νερόμυλοι 
συνήθως λειτουργούσαν με ένα ζευγάρι μυλόπετρες (με ένα μάτι, 
μονόφθαλμοι), ενώ σπανιότερα, όπου υπήρχε νερό με μεγάλη 
δύναμη,με δυο (με δυο μάτια, διόφθαλμοι) ή και με περισσότερα 
ζευγάρια μυλόπετρες. 
Για το λόγο αυτό αιώνιοι αντίζηλοι των αγροτών για το νερό 
ήταν οι μυλωνάδες. Στον ανταγωνισμό τους οι αγρότες 
ήταν εκείνοι που τις περισσότερες φορές αναγκάζονταν να 
υποχωρήσουν και να χρησιμοποιήσουν τα νερά ελάχιστες μέρες 
της εβδομάδας και συχνά το βράδυ, ώστε να μην εμποδίζεται η 
σωστή λειτουργία των μύλων. Όπου υπήρχαν εξίσου οι προϋπο-
θέσεις να λειτουργήσει νερόμυλος και ανεμόμυλος προτιμούσαν 
πάντοτε τον πρώτο γιατί, εκτός των άλλων, υπήρχε η πεποίθηση 
ότι ο νερόμυλος κάνει καλύτερο αλεύρι.


















































Οι μυλόπετρες, που ήταν το κύριο εξάρτημα κάθε μύλου, 
προέρχονταν κατά κανόνα από το νησιωτικό τρίγωνο Μήλου
 – Κιμώλου – Πολυαίγου, που τα εδάφη τους είναι ηφαιστειογενή. 
Αυτές ήταν οι καλύτερες, αλλά οι ακριβότερες. Κατασκευάζονταν 
βέβαια και από διάφορα τοπικά πετρώματα, όπως από στουρνα-
ρόπετρα της Ηπείρου ή από μυλόπετρα της Φώκαιας της Μικράς 
Ασίας, αλλά ήταν κατώτερης ποιότητας. Οι μικρές οριζόντιες 
φτερωτές αρχικά ήταν κατασκευασμένες ξύλινες, που αποτε-
λούνταν από ένα σκελετό σταυροειδή και την περιφερειακή ρόδα, όπου ήταν στερεωμένα τα φτερά 
(κουταλάκια) ,στα οποία κτυπούσε το  νερό. Οι μορφές 
τόσο του σκελετού όσο και των κουταλιών διέφεραν 
από τόπο σε τόπο και κατασκευάζονταν επί τόπου με 
τα άλλα ξύλινα εξαρτήματα. Αργότερα, προστέθηκαν στις 
φτερωτές μεταλλικά στοιχεία (τσέρκια κ.ά.), ώστε να γίνουν πιο 
γερές, για να καταλήξουν τελικά σε πολλών μορφών μεγέθη 
σιδερένιες, που κατασκευάζονταν σε μηχανουργεία και έρχονταν 
έτοιμες στο μύλο. Την ίδια περίπου πορεία ακολουθούσαν και 
οι όρθιες.Ο αριθμός των νερόμυλων από τους οποίους σώζονται 
ίχνη ξεπερνά τις 20.000 στην Ελλάδα. Μετά την επανάσταση του 
1821 στα όρια του τότε ελληνικού κράτους βρέθηκαν 6.000 
νερόμυλοι, από τους οποίους 5.500 περιήλθαν στο δημόσιο, 
κατά τα ¾ καταστραμμένοι.Ο Π. Μωραϊτίνης ανεβάζει τους 
μύλους το 1869 σε 3.000. 











































Συνεχίζουμε να κατεβαίνουμε αφού οι νερόμυλοι βρίσκονται 
ο ένας μετά τον άλλο σε χαμηλότερο επίπεδο,για να μπορούν
να εκμεταλεύονται την φυσική ροή του νερού,μέχρι τον τελευ
ταίο και πιο εντυπωσικό από όλους τόσο για το μέγεθος του 
αλλά και την θέση του δίπλα σε ένα καταράκτη με πολύ νερό 
που φέρνει ένα μικρό ρέμα και πανύψηλα πλατάνια.Εδώ τα 
πάντα,πέτρες, ξύλα, κορμοί δένδρων,όλα είναι καλυμμένα 
από τα πράσινα βρύα,και γεμάτα από όμορφα λευκά κρητικά 
κυκλάμινα κάνοντας την γύρω εικόνα μαγευτική.Η πορεία 
μας περνά και από δυό όμορφα ξωκλήσια της περιοχής του 
Αγίου Γεωργίου και της Ζωοδόχου Πηγής, πρίν ξεκινήσει την 
ανάβαση πρός το χωριό των Βρυσών,από το μονοπάτι μέσω 
της περιοχής "μακρύ χαράκι".Ανεβαίνουμε φιδογυριστά 
παρατηρώντας την ανοιξιάτικη φύση που έχει γεμίσει με 
πολύχρωμα λουλούδια την γη,και λίγο πριν το χωρίο 
συναντάμε μια εικόνα από τα παλιά  ένα χωρικό με το 
γαιδουράκο του που επιστρέφει από τα χωράφια του.Λίγο 
πρίν μπούμε στο χωριό περνάμε από άλλο ένα ακόμα 
ξωκλήσι την "Παναγιά στα κελιά",όπου μετά από μια μικρή 
ανάσα ξεκούρασης φτάνουμε στην μικρή πλατεία σαν 
μπαλκόνι δίπλα στο παλιό ελαιουργείο αλλά και βρύση του 
χωριού.
































Στο μεγάλο μπαλκόνι με την εντυπωσιακή θέα στον κάμπο 
μας  περίμενε μια έκπληξη από τα μέλη του συλλόγου του 
χωριού όπου είχαν ετοιμάσει για μας φυλέψουν νόστιμους 
μεζέδες μαζί με ρακή και κρασί,συνοδεία του γλυκού κελαη-
δίσματος του νερού από τις κρίνες της παλιάς βρύσης,και 
απολαμβάνοντας την όμορφη θέα κάτω από τον ζεστό ανοιξιάτικο ήλιο.
Ξαποστάσαμε αρκετά και στην συνέχεια περιπλανηθήκαμε 
στα στενά σοκάκια του χωριού παρατηρώντας τα παλιά 
σπίτια,ενώ ακολοθώντας το δρόμο ανεβήκαμε στον
 "Προφήτη Ηλία" στο ψηλότερο σημείο του χωριού 
με το ομώνυμο ξωκλήσι βίγλα της γύρω περιοχής, όπου και 
πάλι ο Νίκος Κοφινάκης μας μίλησε για την ιστορία του 
χωριού και την περιοχή όπου βρισκόταν οικισμός στην 
αρχαιότητα.














































ΒΡΥΣΕΣ

Το χωριό Βρύσες Μεραμπέλου είναι από τα ηρωικότερα και 
μαγευτικότερα χωριά της Επαρχίας Μεραμπέλου.Είναι 
κτισμένο σε υψόμετρο400μ. και απέχει 3 χλμ. απ' τη Νεάπολη.
Γαντζωμένο καθώς είναι στη βόρεια πλαγιά του βουνού 
Καβαλαρά, είναι κυριολεκτι­κά κρυμένομέσα στον πράσινο 
χώρο με ανοικτό ορίζοντα και αποτελεί το μόνιμο φύλακα και 
βιγλάτορα όλης της περιοχής. 
Το κλίμα του είναι ξηρό και υγιεινό. Μέσα από το χωριό περνά 
ο επαρχιακός δρόμος που συνδέει τη Νεάπολη με το Οροπέδιο 
Λασιθίου.


































Τα αρχαιολογικά ευρήματα που προέρχονται από τις Βρύσες
βρίσκονται στα Μουσεία Ηρακλείου και Αγίου Νικολάου και
μαρτυρούν πως πρώτοι οι Μινωίτες σκαρφάλωσαν πάνω από
το σημερινό χωριό στο ύψωμα του Προφήτη Ηλία, για να
ξεφύγουν την Δωρική σφαγή και καταστροφή. Το πιθανό 
όνομα του αρχαίου χωριού κατά τον Εμμανουήλ  Παπαδο-
γιάννη ήταν "Καραγίνα". Το Μουσείο Αγίου Νικολάου φιλο-
ξενεί την κεφαλή ενός αξιόλογου ειδωλίου και δυο μικροσκο-
πικά πυξίδια, μάλλον υπομινωικών χρόνων.Στις 7 Αυγούστου 
ημέρα Δευτέρα του 1867  έγινε σημαντική μάχη των επανα-
στατικών δυνάμεων κατά του Ομέρ Πασά που πέρασε στην 
ιστορία ως μάχη των Βρυσών. Στις Βρύσες  σκοτώθηκαν, από 
τον Καπετάν Καζάνη, ο Σχιζόραχος με τη συμμορία του την 
ώρα που διασκέδαζαν. Ο Κριτοβουλίδης τον ονομάζει  και 
 "Σκυλόραχο" για τα απάνθρωπα και ανήθικα κακουργήματα 
του.
















Εντυπωσιακή είναι η Βρύση (1887) του χωριού με τη 
θαυμάσια επιγραφή της. Δυτικά της Βρύσης βρίσκεται 
ο Αφέντης Χριστός, ναός του 1863. με σπουδαία αρχιτε-
κτονική και εντυπωσιακέςκαμάρες. Τα τέμπλα με την 
πληθωρική διακόσμηση (η Άμπελος,ελισσόμενοι βλαστοί 
με φύλλα, άνθη, κλαδιά και καρπούς, παραστάσεις ζώων, 
πτηνών, δρακόντων κ.λπ.) είναι εξαιρετικά δείγματα της 
ξυλογλυπτικής τέχνης. Ανατολικά του χωριού, περικυκλω-
μένο από βράχια, ανάμεσα στο μαγευτικό πράσινο, το 
γραφικό εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, δεσπόζει ολόκληρης 
της κοιλάδας του Επάνω Μεραμπέλου. Πανοραμική θέα, 
πλούσια ιστορία του (Φορτέτσα της αρχαίας "Καραγίνας" 
Κάστρο των Ενετών αλλά και φυλάκιο των Τούρκων μέχρι 
τις 6 Αυγούστου 1867, απ' όπου άρχισε και η μάχη των 
Βρυσών).Στην αγροτική περιοχή "Δράσι" υπήρχε αρχικά το 
χωριό. Έχουν βρεθεί αξιόλογα  αρχαιολογικά ευρήματα της 
Υστερομινωικής εποχής (1375-11ΟΟ π.Χ.). Το τοπίο μαγευτικό. 
Δεσπόζουν το μοναστήρι "Παναγία των Πατέρων" και το 
εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. 
πηγή : www.neapolinet.gr
































Η πορεία στην συνέχεια μας έφερε στο κέντρο του χωριού, 
όπου μετά από ένα σύντομο καφέ στα μικρά παραδοσιακά 
καφενεδάκια, γυρίσαμε στην Μονή Κρεμαστών,την οποία 
και επισκευτήκαμε. Βρεθήκαμε στον χώρο της παλιάς μονής, 
ανάψαμε ένα κεράκι στην εκκλησία του Μιχαήλ Αρχαγγέλου,
ενώ η φιλόξενη μοναχή μας πρόσφερε λεμονάδα για να μας 
ξεδιψάσει,ενώ παράλληλα μας ξενάγησε στο τμήμα που στα 
χρόνια της τουρκοκρατίας λετουργούσε το κρυφό σχολειό.
Εκεί στην παλία μονή τερματίστηκε η πεζοπορική μας δια-
δρομή στην περιοχή των Βρυσών,και όλοι μας εντυπωσιασμένοι 
από τους νερόμυλους ανανεώσαμε το ραντεβού μας για την 
επόμενη Κυριακή για μια νέα περιπέτεια-πεζοπορία.





































ΜΟΝΗ ΚΡΕΜΑΣΤΩΝ
Η Μονή Κρεμαστής ή Κρεμαστών βρίσκεται στο νομό Λασιθίου,
νότια της Νεάπολης, στο δρόμο για τις Βρύσες και το Οροπέδιο
Λασιθίου. Η μονή απέχει 17,5 χιλιόμετρα από τον Αγιο Νικόλαο
και οικοδομήθηκε από τον Νικηφόρο Ανιφάντ το 1622. Είναι
αφιερωμένη στο όνομα του Μιχαήλ Αρχαγγέλου. Χτισμένη σε
απότομη και κατάφυτη βουνοπλαγιά, δίνει την εντύπωση ότι
κρέμεται, ένα απατηλό φαινόμενο στο οποίο οφείλει το όνομα της
η μονή.Εξω από τον περίβολο της μονής Κρεμαστών βρίσκεται
η νεόδμητη εκκλησία των Μυροφόρων, στον τύπο του αγιορείτικου
τρίκοχου με τρούλο. Ολες οι εικόνες της εκκλησίας είναι
ζωγραφισμένες από την ηγουμένη της Μονής. Δίπλα στην εκκλησία
των Μυροφόρων είναι ενταφιασμένος ο τελευταίος ηγούμενος
της μονής Κρεμαστών Αρχιμανδρίτης Γαβριήλ Κορωνάκης, ο
οποίος καταγόταν από το Χουμεριάκο.Το καθολικό της Μονής
Κρεμαστών τιμάται στους ταξιάρχες Μιχαήλ και Γαβριήλ.
Πρόκειται για ένα μονόχωρο καμαροσκέπαστο ναό και στο
υπέρθυρο η επιγραφεί αναφέρει: «ΑΦΓ' (=1593) ΟΥΤΟΣ Ο ΤΟΥ
ΤΑΞΙΑΡΧΟΥ ΝΑΟΣ ΥΠΟ ΜΗΤΡΟΦΑΝΟΥΣ  ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ
ΤΟΥ ΑΓΑΠΗΤΟΥ ΟΙΚΟΔΟΜΗΤΗ».

























Τα υπάρχοντα κτίρια της Μονής Κρεμαστών τα οποία περικλεί-
ονται από ένα περίβολο χτίστηκαν σε διαφορετικές εποχές και
έχουν δεχτεί αλλεπάλληλες επισκευές, το 1873, 1878, 1884 και
1885.Ευεργέτης της Μονής ήταν ο Κωστής Αδοσίδης Πασάς
Το 1868 ο Κωστής Αδοσίδης Πασάς έχτισε στο μοναστήρι
μεγαλοπρεπή οικήματα οποία έμενε με την οικογένειά του.
Αργότερα μετακόμισε στη Νεάπολη όπου αποπεράτωσε το
«μικρό σεράγιο». Μάλιστα, τόσο αυτός όσο και ο πατέρας του
εκκλησιάζονταν συχνά στο μοναστήρι και προέτρεπε τον ηγού-
μενο να εκτελεί κανονικά τα θρησκευτικά του καθήκοντα και
να μη φοβάται. Ο πατέρας του Κωστή Αδοσίδη Πασά θάφτηκε
στον περίβολο της Μονής μετά το θάνατό του.
Η Μονή Κρεμαστών είχε μεγάλη περιουσία με μετόχια στο
Χουμεριάκο, το Δράσι, τις Κουρούνες, το Νοφαλιά και άλλα
χωριά του Μεραμπέλου, με περιβόλια, ελαιώνες, εκτάσεις
δημητριακών και αιγοπρόβατα, και ήταν από τις πλουσιότερες
στο Νομό Λασιθίου αλλά και σε ολόκληρη την Κρήτη.Η ιστορία
της Μονής είναι συνυφασμένη με τους αγώνες των Κρητικών
από τα χρόνια της Βενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας,ενώ
αποτέλεσε το καταφύγιο της περιοχής και στη διάρκεια της
Ιταλογερμανικής κατοχής. Η Μονή Κρεμαστών λειτούργησε
για πολλά χρόνια ως ανδρικό κοινόβιο μοναστήρι και το 1993
με αποφάσεις της Ιεράς Μητροπόλεως Πέτρας και της Ιεράς
Συνόδου της εκκλησίας της Κρήτης μετατράπηκε σε γυναικεία
Μονή, αλλά τα κτίριά της παρουσίαζαν ερειπιώδη εικόνα.
Με πρωτοβουλία του  μητροπολίτη Πέτρας και Χερσονήσου
κ.κ. Νεκταρίου, μια μικρή ενίσχυση από το ΜΟΠ Κρήτης και
τις δωρεές των χριστιανών η Εφορία Βυζαντινών Μνημείων
ξεκίνησε το 1991 μια προσπάθεια συντήρησης και αναστήλωσης
της Μονής, ενώ παράλληλα χτίστηκε και ο ωραίος ναός των
Μυροφόρων στον τύπο του αγιορείτικου τρίκοχου με τρούλο
που στολίζει το οικοδομικό σύμπλεγμα του μοναστηριού.


































Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΜΑΣ  

ΝΕΡΟΜΥΛΟΙ ΣΤΙΣ ΒΡΥΣΕΣ


EveryTrail - Find trail maps for California and beyond