Κυριακή 13 Ιουνίου 2010

ΠΙΝΕΣ-ΧΑΥΓΑΣ-ΠΛΑΚΑ

Την Κυριακή 13-6-2010 ξεκινήσαμε για μια ακόμα πεζοπορία στην
περιοχή του βόρειου Μιραμπέλλου και συγκερκιμένα στο μικρό
φαράγγι του Χαυγά που οδηγεί στην περιοχή της Πλάκας.
Το παλαιό μονοπάτι περνάει μέσα από το φαράγγι και είναι τμήμα
του μονοπατιού που συνέδεε την Φουρνή με την Σπιναλόγκα από την
περίοδο της βενετοκρατίας.Το συγκεκριμένο τμήμα του μονοπατιού
δέχτηκε πρόσφατα τις φροντίδες του ορειβατικού συλλόγου Φυλής,
του οποίου τα μέλη το καθάρισαν από τα δένδρα και τους θάμνους
που εμπόδιζαν την διέλευση του.Μια πραγματικά πολύ αξιέπαινη
προσπάθεια που πρέπει να βρει μιμητές και στην περιοχή μας,για
τον καθαρισμό και οριοθέτηση των πολύ σημαντικών παλιών
μονοπατιών,χωρίς να  περιμένουμε από τους άλλους αυτό που εμείς
οφείλουμε στον τόπο μας.














Η ευρύτερη περιοχή αυτή άνηκε τότε(περίοδο βενετοκρατίας)
στην γεωγραφική περιφέρεια του χωριού της Φουρνής,όπως
διαμορφώνονταν με τα μοναστήρια, τα μετόχια, τα κτήματα
των κατοίκων της και τις σκοπιές διαχείρισής της,και αποτελούσε
μια γεωγραφική ενότητα. Εκτείνεται σε απόσταση πορείας έως και
δυόμισι ωρών από τον κάμπο της Φουρνής προς τα βορειοανατολικά
της επαρχίας και συνόρευε με την παρτινέντζια του Καινούργιου
χωριού των Καρών (Νεάπολη) και του καστελίου του Μιραμπέλου
(Άγιος Νικόλαος). Διαχωρίζονταν από την περιφέρεια των Λιμνών
στα νότια με τις κορυφές Λούτα (718μ.) και Μαρασκά (552μ.) του
ορεινού όγκου Ανεμόσπηλιο. Τα όρια μεταξύ Φουρνής και
περιφέρειας Νεάπολης ορίζονται στα νότια από τον Άγιο Αντώνιο
στη Δρήρο (491μ.) και την κορυφή Τίμιος (794μ.) και στα δυτικά
από τις κορυφές Μεσακή Κορφή (762μ.) της Στειρόμανδρας, Πεζά
(759μ.) και Γάλλου Τουρλί (701μ.). Ακόμη διαχωρίζεται από την
ακτίνα δράσης του καστελιού του Αγίου Νικολάου με την κορυφή
Οξιά (563μ.). Η περιοχή της Ελούντας ανήκε εξ ολοκλήρου στη
ζώνη εκμετάλλευσης της Φουρνής.Στην ουσία η παρτινέντζια της
Φουρνής τα χρόνια της Βενετοκρατίας ταυτίζεται σχεδόν με τον τέως
δήμο Φουρνής, που από το 1900 είχε έδρα το Κάτω χωριό και
περιελάμβανε τους οικισμούς Καστέλι Φουρνής, Κάτω και Επάνω
χωριό Φουρνής, Δωριές, Καρύδι, Βρουχά, Επάνω και Κάτω Ελούντα,
Μαυρικιανό, Επάνω και Κάτω Πινές, Σέλλες, Σκινιά, Επάνω και
Κάτω Λούμα, τα μετόχια Σύρμεσο, Χοντροβολάκους, Σκουρά,
Χαυγά .
πηγή : Μαριάννα Κατηφόρη Αρχαιολόγος












Ξεκινήσαμε από τις Πάνω Πινές και ανηφορίσαμε το μονοπάτι με
κατεύθυνση προς βορά μέχρι που φτάσαμε στην κορυφή του λόφου
"Πύργος"που δεσπόζει πάνω από το μικρό οροπέδιο με τους δύο
οικισμούς των Πινών.Στρίψαμε στην συνέχεια δεξία και κατηφο-
ρίσαμε πάλι από το παλιό λιθόστρωτο μονοπάτι για περίπου 10
λεπτά μέχρι το σημείο που φαίνεται να ξεκινάει το φαράγγι του
Χαυγά.Ακολουθούμε τον αγροτικό δρόμο ανάμεσα στα χωράφια με
τις ελιές μέχρι που τα πλαινά του φαραγιού αρχίζουν σιγά-σιγά
να στενεύουν,δημιουργώντας στην κοίτη του το παλιό μονοπάτι.
Ο καθαρισμός του μονοπατιού έχει αποδώσει και το απροσπέλαστο
μέχρι πρότινος μονοπάτι είναι προσβάσιμο σε όλο του το μήκος
μέχριτην έξοδο του.Περνάμε κάτω από θεόρατους πρίνους που η
σκιά τους μας παρέχουν καταφύγιο από τον καυτό καλοκαιρινό
ήλιο,ενώ όσο προχωράμε τα πρανή του φαραγγιού υψώνονται
κάθετα.Μετά από πορεία 30 λεπτών σταματάμε για μια ανάσα
ξεκούρασης στο σημείο που βρίσκεται το παλιό ασβεστοκάμινο.












Τα παλιά αυτά ασβεστοκάμινα δεν λειτουργούν πιά μιας και έχει
αλλάξει ο τρόπος παραγωγής του ασβέστη στις μέρες μας.Οσα
όμως διασώζονται  απoτελούν μικρά αρχιτεκτονικά μνημεία που
αξίζει να διατηρήσει κανείς.Το στήσιμο του ασβεστοκάμινoυ στα
παλιά χρόνια ήταν μια δουλεία που απαιτούσε πολύ μαστορία.
Πρώτα γίνεται η επιλογή του χώρου όπου θα στηθεί που έπρεπε
να έχει κοντά τις κατάλληλες πέτρες από ασβεστόλιθο, αλλά και
πολλούς θάμνους για το ψήσιμο του καμινιού.
Στο γύρω μιας μεγάλης πεζούλας άνοιγαν ένα λάκκο βάθους δύο
μέτρων και με διάμετρο περίπου 12 ποδάρια (12 φορές όσο είναι
το μήκος του παπουτσιού). Ο χτίστης του καμινιού ήταν εξειδι-
κευμένος γι’ αυτή τη δουλειά. Είχε και 3-4 βοηθούς που του
κουβαλούσαν την ασβεστόπετρα. Έχτιζε έναν τοίχο εξωτερικό
και έναν εσωτερικό, που η βάση του ήταν πάνω από ένα μέτρο.
Ενδιάμεσα έβαζαν χώμα για θερμομόνωση. Όσο ανέβαινε στένευε
και κατέληγε σε θόλο με μικρότερες πέτρες. Εδώ γινόταν το
«φόρτωμα» του καμινιού. Στο ύψος του εδάφους έχτιζαν ένα
παράθυρο θολωτό, για να ρίχνουν τα ξύλα, που το λέγανε πόρο του
 καμινιού. Ο μάστορας πρόσεχε πολύ στο χτίσιμο, γιατί ένα λάθος
του μπορούσε να χαλάσει το καμίνι και όλοι οι κόποι τους να
πήγαιναν χαμένοι.Από μέρες βέβαια είχαν κόψει τα κλαδιά από
αχινόποδα, αλαδανιά, ασπάλαθο, θυμάρια, ρίκια και τα έκαναν
στρογγυλά δεμάτια και τα πέτρωναν με πολλές πέτρες, για να
αποκτήσουν τα γύλα συνοχή και μικρότερο όγκο. Τα άφηναν
αρκετές μέρες να ξεραθούν καλά και ωστόσο έχτιζαν το καμίνι.









 
Το ψήσιμο του καμινιού κρατούσε γύρω στις 80 ώρες (4 ημέρες),
ανάλογα με το μέγεθος του καμινιού. Η πιο ζόρικη δουλειά ήταν το
τάισμα του καμινιού, γι’ αυτό άλλαζαν συχνά πόστο, γιατί η ζέστη
ήταν αφόρητη. Ακόμα χρειαζόταν συντονισμός για να βρίσκονται
ξύλα έξω από το καμίνι συνέχεια. Κατά το τέταρτο εικοσιτετράωρο
του ψησίματος ο καπνός του καμινιού άλλαζε χρώμα, έβγαζε μπλε
φωτιά, σημάδι ότι τελείωναν τα βάσανα. Αν πετούσαν μια πέτρα
μέσα στο βάθος του καμινιού και κολλούσε, ήταν ψημένο. Ακόμα
παρατηρούσαν ότι το καμίνι «κάθιζε».Μετά έκλειναν τον πόρο με
πέτρες και χώματα για να μην χάνει θερμοκρασία και το άφηναν να
κρυώσει.Ύστερα από αρκετές μέρες (20-25 μέρες) έπαιρναν τον
ασβέστη αρχίζοντας από πάνω (από το θόλο). Τον έβαζαν σε
τσουβάλια ή κοφίνια, τον φόρτωναν στα γαϊδουράκια και τον
πουλούσαν στα χωριά ή τις πόλεις. Αν τον ήθελαν για δική τους
χρήση έπαιρνε ο καθένας το μερίδιό του 8-10 τόνους ασβέστη
αναλόγως. Η δουλειά του ασβεστά ήταν από τις πιο δύσκολες. Εκεί
έμεναν,εκεί μαγείρευαν και μόνο αν το καμίνι ήταν κοντά στο χωριό
πήγαιναν για φαγητό και κυρίως για νερό.(πηγή Α.ΔΑΦΕΡΜΟΣ)
Τα καμίνια σήμερα χάσκουν προς τον ουρανό, γκρεμισμένα,
χορταριασμένα, γεμάτα κλαδιά να θυμίζουν στον περαστικό μια
παλιά εποχή,που δυστυχώς έφυγε για πάντα....












Συνεχίζουμε την πορεία μας στο καθαρισμένο μονοπάτι στην κοίτη
του φαραγγιού και περνάμε κάτω από τον παλιό μικρό οικισμό του
Χαυγά,οποίος βρίσκεται στην κορυφή του ψηλότερου σημείου του
φαραγγιού,και ανατολικά του μικρού όρους Κάδιστον.
Κτισμένος κυριολεκτικά πάνω από την Πλάκα και την Σπιναλόγκα,
και σε υψόμετρο 240 μ.φαίνεται στην απογραφή του 1981 να έχει 1
κάτοικο,ενω το 1991 αυξάνονται σε 6,ενώ σήμερα διακρίνει κανείς
αρκετά αναπαλαιωμένα σπίτια, με εκπληκτική θέα.Εχουν περάσει
περίπου δύο ώρες από το ξεκίνημα μας όταν τα πλαινά του
φαραγγιού ανοίγουν και χαμηλώνουν φτάνοντας μέχρι το δρόμο που
οδηγεί πρός την Πλάκα,και δημιουργεί τον μικρό κάμπο με τις πολυ-
τελείς βίλες και τα λίγα ελαιόδενδρα πριν το παραθαλάσσιο χωριό.
Η όμορφη παραλία με τα βότσαλα και το δροσερό θαλασσινό νερό
μας υποδέχτηκε και μας πρόσφερε ένα αναζωογονητικό μπάνιο,
μετά την κούραση από την πεζοπορία μας αλλά και την ζέστη
που επικρατούσε.Η συνέχεια και το τέλος της όμορφης ημέρας
δόθηκε στον πλάτανο στην Φουρνή όπου κάτω από το γέρικο
δένδρο με την παχιά σκιά γευτήκαμε νόστιμους μεζέδες συνοδεία
κρύας μπύρας και κρασιού και αναναιώσαμε  το ραντεβού μας  για
την επόμενη Κυριακή με μια νέα πεζοπορία.

























Η  ΠΟΡΕΙΑ ΜΑΣ (μήκος 6.100 μ)




Δεν υπάρχουν σχόλια: